νερομουρμούρισμα

νερομουρμούρισμα
το шум текущей воды

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Смотреть что такое "νερομουρμούρισμα" в других словарях:

  • νερομουρμούρισμα — το, ατος ο φλοίσβος του νερού που κυλά: Νερομουρμούρισμα όπου αναβρύζει και τις επιτύμβιες πέτρες δροσίζει (Σολωμός) …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • νερομουρμούρισμα — το φλοίσβος, ψίθυρος τρεχούμενου νερού …   Dictionary of Greek

  • νερ(ο)- — (Μ νερ[ο] ) α συνθετικό πολλών μεσαιωνικών και νεοελληνικών λέξεων που αναφέρονται στο νερό: α) ως μέσο (πρβλ. νερό βραστος, νερο μπογιά, νερόκρασο) β) ως περιβάλλον στο οποίο βρίσκεται αυτό που δηλώνει το β συνθετικό (πρβλ. νερο χελώνα, νερο… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»